- βαρελάς
- οαυτός που κατασκευάζει βαρέλια, ο βαγενάς: Η τέχνη του βαρελά δεν υπάρχει πια.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
βαρελάς — ο ο κατασκευαστής βαρελιών … Dictionary of Greek
Cooper (profession) — Assembly of a barrel, called Mise en Rose in French. A cooper readie … Wikipedia
βαγενάς — ο 1. αυτός που κατασκευάζει βαγένια, ο βαρελάς 2. μοναχός, επιστάτης της αποθήκης κρασιού του μοναστηριού … Dictionary of Greek
βαρελοποιός — ο ο βαρελάς … Dictionary of Greek
καρατέλο — το ναυτ. ξύλινο δοχείο νερού που η χωρητικότητά του είναι το ένα τρίτο τής βαρέλας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. caratello] … Dictionary of Greek
βαγενάς — ο ο βαρελοποιός, ο βαρελάς:Η τέχνη του βαγενά δεν υπάρχει πια! … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
βαρελοποιός — ο βλ. βαρελάς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
βουτσάς — ο ο βαρελάς, ο βαρελοποιός, ο βαγενάς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)